• Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

Ιστορία | Έρευνες

Παπαφιλίππου κατά Μακαρίου στη Νέα Υόρκη

Η επίμαχη ομιλία του Μακαρίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας, την παραμονή της εισβολής

Την παραμονή της εισβολής ο Μακάριος βρισκόταν στη Νέα Υόρκη και προσφώνησε συνεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας. Το Συμβούλιο Ασφαλείας πρωτοασχολήθηκε με την κατάσταση στην Κύπρο στην 1780η συνάντησή του, στις 16 Ιουλίου, κατόπιν αιτήματος του αντιπροσώπου της Κύπρου Ζήνωνα Ρωσσίδη. Το Συμβούλιο αποδέχτηκε το αίτημα του Μακαρίου να μιλήσει ενώπιον του σώματος και τον κάλεσε να πάρει μέρος στη συζήτηση που ορίστηκε για τις 19 Ιουλίου. Αποφάσισε επίσης ότι ο Μακάριος θα συμμετείχε στη συζήτηση ως πρόεδρος της Κύπρου και ότι αντιπρόσωπος της χώρας στα Ηνωμένα Έθνη εξακολουθούσε να είναι ο Ζήνωνας Ρωσσίδης. Όπως επισήμανε ο μόνιμος αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας Τζον Σκάλι, οποιαδήποτε αμφισβήτηση της ιδιότητας του Μακαρίου ως νόμιμου προέδρου της Κύπρου θα αποτύγχανε, λόγω της σύνθεσης του σώματος.

 

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Σκάλι, η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να αλλάξει μόνο αν το καθεστώς Σαμψών διόριζε αντιπρόσωπο που να ήταν παρών στη Νέα Υόρκη και που θα ζητούσε από τον γενικό γραμματέα να του επιδώσει τα διαπιστευτήριά του προς αντικατάσταση του Ρωσσίδη. Σχεδόν αμέσως, ο Σαμψών διόρισε ως μόνιμο αντιπρόσωπο της Κύπρου στα Ηνωμένα Έθνη τον δικηγόρο Λουκή Παπαφιλίππου. Ακολούθως, ενημερώθηκε με τηλεγράφημα του υπουργού Εξωτερικών του πραξικοπηματικού καθεστώτος Ντίμη Δημητρίου, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Κουρτ Βάλντχαϊμ.

 

Ύστερα από πυρετώδη διαδικασία, ο Παπαφιλίππου, επικεφαλής επταμελούς αντιπροσωπείας, αναχώρησε για την Αθήνα και από εκεί, με ναυλωμένο αεροπλάνο της Ολυμπιακής, για τη Νέα Υόρκη. Αμέσως μετά την άφιξή του στη Νέα Υόρκη, ο Παπαφιλίππου έστειλε επιστολή στον γενικό γραμματέα Βάλντχαϊμ ζητώντας του να δεχθεί τα διαπιστευτήριά του ως μόνιμου αντιπροσώπου της Κύπρου, μέχρι το μεσημέρι της 20ής Ιουλίου, «για να μπορέσω να προσφωνήσω το Συμβούλιο Ασφαλείας εκ μέρους της κυβέρνησής μου». Το αίτημα για διαπίστευση του Λουκή Παπαφιλίππου απορρίφθηκε και ενημερώθηκε σχετικά ο υπουργός Εξωτερικών του Σαμψών, Ντίμης Δημητρίου.

 

Σύμφωνα με απόφαση που πήρε το Συμβούλιο Ασφαλείας, «ο Ζήνωνας Ρωσσίδης, ο οποίος ήταν διαπιστευμένος από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, αρχηγό του κυπριακού κράτους, θεωρείται ως ο αντιπρόσωπος της Κύπρου στην παρούσα συζήτηση». Ο Μακάριος προσφώνησε το Συμβούλιο Ασφαλείας στις 19 Ιουλίου. Στην ομιλία του κατάγγειλε το καθεστώς της Ελλάδας για ανοιχτή επέμβαση στα εσωτερικά της Κύπρου. «Ήταν εισβολή, η οποία παρεβίασε την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται ενόσω υπάρχουν Έλληνες αξιωματικοί στην Κύπρο. Τα αποτελέσματα αυτής της εισβολής θα είναι καταλυτικά για την Κύπρο, εάν δεν υπάρξει επάνοδος στη συνταγματική ομαλότητα και εάν δεν αποκατασταθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες».

 

Στην ομιλία του ο Μακάριος κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας «να χρησιμοποιήσει όλους τους τρόπους και τα μέσα, που έχει στη διάθεσή του, ούτως ώστε η συνταγματική τάξη στην Κύπρο και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου να αποκατασταθούν χωρίς καθυστέρηση». Το πιο πολυσυζητημένο απόσπασμα της ομιλίας του Μακαρίου ήταν το ακόλουθο: «Τα γεγονότα στην Κύπρο δεν αποτελούν εσωτερικό ζήτημα των Ελλήνων της Κύπρου. Και οι Τούρκοι της Κύπρου επίσης επηρεάζονται. Το πραξικόπημα της Ελληνικής χούντας είναι εισβολή, και από τις συνέπειές του υποφέρει όλος ο λαός της Κύπρου, Έλληνες και Τούρκοι». Η αναφορά αυτή του Μακαρίου ερμηνεύτηκε ως πρόσκληση στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο, ενώ ορισμένοι θεωρούν την ομιλία αυτή ως την κύρια αιτία της εισβολής.

 

Στην πραγματικότητα, η ομιλία του Μακαρίου δεν επηρέασε καθόλου τις εξελίξεις. Την ώρα που την εκφωνούσε, στην Κύπρο ήταν μεσάνυχτα προς χαράματα της 20ής Ιουλίου, και ο τουρκικός στόλος πλησίαζε τα βόρεια παράλια του νησιού, ενώ η απόφαση για εισβολή ήταν ειλημμένη. Ωστόσο, αποκαλώντας την επέμβαση της Ελλάδας στην Κύπρο εισβολή, ο Μακάριος ενίσχυσε τα νομικά επιχειρήματα της Τουρκίας. Από την άλλη, εφόσον είχε αποφασίσει να διεθνοποιήσει το ζήτημα της Κύπρου και να το μεταφέρει στα Ηνωμένα Έθνη, δεν είχε άλλη επιλογή από το να καταγγείλει την Ελλάδα για εισβολή. Εάν αντιμετώπιζε το πραξικόπημα ως εσωτερική υπόθεση της Κύπρου, δεν θα μπορούσε να ζητήσει τη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας και πολύ περισσότερο τη βοήθειά του για αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στο νησί.


Μακάριος Δρουσιώτης

Πολίτης

17/07/2004