Οι υποθήκες του Μακαρίου έχουν βρικολακιάσει
Σε μια ιστορική συνέντευξη στην Ιταλίδα δημοσιογράφο Οριάνα Φαλάτσι ο Μακάριος διηγήθηκε μια προσωπική του εμπειρία όταν ήταν δόκιμος μοναχός στη Μονή Κύκκου, γύρω στο 1930. Οι δόκιμοι δεν ήταν υποχρεωμένοι να αφήνουν γένια και ο Μακάριος συνήθιζε να ξυρίζεται. Ο ηγούμενος της Μονής, Χρυσόστομος, τον πίεζε να αφήσει γενειάδα κι αυτός αρνούνταν, οπότε έφτασαν στη σύγκρουση.
Ο Μακάριος διηγήθηκε στη Φαλάτσι με παραστατικό τρόπο τον διάλογό του με τον ηγούμενο:
Ηγούμενος: «Ή θα με ακούσεις ή να φύγεις».
Μακάριος: «Εντάξει, θα φύγω».
Ο Μακάριος είπε ότι μάζεψε τα πράγματά του, όμως ήξερε ακριβώς τι επρόκειτο να συμβεί.
Ηγούμενος: «Μη φύγεις! Μείνε».
Μακάριος: «Εντάξει, θα μείνω».
Ηγούμενος: «Θα αφήσεις όμως γένια;»
Μακάριος: «Όχι, δεν θ’ αφήσω».
Ηγούμενος: «Πρόσεχε, γιατί θα σε χτυπήσω».
Μακάριος: «Χτύπα με».
Ο Ηγούμενος άρχισε να τον χτυπάει και να φωνάζει.
Ηγούμενος: «Θα αφήσεις γένια;»
Μακάριος: «Όχι!»
Ηγούμενος: «Θα αφήσεις τώρα;»
Μακάριος: «Όχι».
Τελικά, ο Ηγούμενος, σύμφωνα με τη διήγηση του Μακαρίου, κάθισε εξαντλημένος.
Ηγούμενος: «Σε παρακαλώ. Άφησέ τα να μεγαλώσουν λίγο. Πολύ λίγο, ίσα-ίσα για να μη φανεί πως υποχώρησα εγώ».
Μακάριος: «Όχι!»
Ηγούμενος: «Πολύ λίγο, ίσα-ίσα για να σε ρωτάει ο κόσμος αν αφήνεις γένια».
Μακάριος: (χαμογελαστός) «Τόσο λίγο;»
Ηγούμενος: «Ναι. Ούτε εκατοστό περισσότερο».
Μακάριος: «Εντάξει».
Ο Μακάριος είπε στη Φαλάτσι ότι δεν είχε την παραμικρή πρόθεση να φύγει από το μοναστήρι. «Πάντα μου άρεσε να οδηγώ τον εαυτό μου ως την άκρη του γκρεμού και τότε να σταματάω έγκαιρα, ώστε να μην πέσω» είπε. «Οι άλλοι, φυσικά, πιστεύουν ότι είμαι έτοιμος να πέσω, να αυτοκτονήσω. Αντίθετα, εγώ συνεχίζω πολύ ήρεμα, ξέροντας πότε να πατήσω φρένο».
Όταν διηγήθηκε αυτή την ιστορία, τον Νοέμβριο του 1974, μόλις μερικούς μήνες μετά την τουρκική εισβολή, ο Μακάριος ήταν κατατσακισμένος στο βάραθρο που τον έριξε το γινάτι του. Αλλά, ακόμη και τότε, πίστευε ότι η κρημνοβασία ήταν μαγκιά και το παινευόταν.
Το 1959, ύστερα από έναν αποτυχημένο αγώνα για την ένωση με την Ελλάδα που ξεκίνησε ο ίδιος, o Μακάριος υποχρεώθηκε να αποδεχτεί την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως δικοινοτικού κράτους στη βάση ενός πολιτικού συνεταιρισμού με τους Τουρκοκύπριους. Το βάρος της συμφωνίας το ανέλαβε η Ελλάδα με τη σύμφωνη γνώμη του ιδίου. Όμως, ο Μακάριος φρόντισε να φορτώσει τις ευθύνες στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. «Υπογράψαμε μαζί, αλλά εκείνος βγήκε έξω πατριώτης κι εγώ προδότης» λέγεται ότι παραπονιόταν συχνά ο Καραμανλής.
Ο Μακάριος δέχτηκε τις Συμφωνίες της Ζυρίχης για να επιστρέψει ως Πρόεδρος στην Κύπρο και μετά να τις ακυρώσει. Ανέλαβε τις πρωτοβουλίες που οδήγησαν στην κατάρρευση των συμφωνιών, αμέσως μετά την παραίτηση του Καραμανλή, στα τέλη του 1963. «Είμαι ο υπογράψας τας συμφωνίας αυτάς (…) Ουδέ επί στιγμήν όμως επίστευσα ότι αι συμφωνίαι θα αποτελούσαν μόνιμο καθεστώς» έγραψε το 1964 στον Γ. Παπανδρέου, ο οποίος διαμαρτυρόταν για τις πολεμικές πρωτοβουλίες που αναλάμβανε στην Κύπρο, παρασύροντας σε αυτόν τον δρόμο και την Ελλάδα.
Ο Μακάριος υπέβαλε το 1963 πρόταση για τροποποίηση 13 σημείων του Συντάγματος, όμως στο βάθος το σχέδιό του ήταν να καταργήσει τον δικοινοτικό χαρακτήρα του κράτους, αφαιρώντας από το Σύνταγμα τα προνόμια των Τουρκοκυπρίων. Από το 1964 μέχρι το 1974 καταβλήθηκαν σοβαρές προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού με μια βελτιωμένη Ζυρίχη, στη βάση των δικών του προτάσεων. Υπό την πίεση του χρόνου και του κινδύνου να χάσουν εντελώς το παιχνίδι, οι Τουρκοκύπριοι δέχτηκαν τις 12 από τις 13 προτάσεις του Μακαρίου και διεκδικούσαν μόνο αυτονομία στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ο Μακάριος το απέρριψε.
Οι προθέσεις του Μακαρίου αποκαλύπτονται στα πρακτικά μιας σύσκεψης του Συμβουλίου του Στέμματος υπό τον βασιλιά και όλους τους πρώην πρωθυπουργούς της Ελλάδας. Η σύσκεψη έγινε τον Φεβρουάριο του 1967, πριν από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, με στόχο να υπάρξει εθνική συνεννόηση για να επιλυθεί το Κυπριακό. Υπήρξε ομοφωνία να επιδιωχθεί μια συμφωνία βελτιωμένης Ζυρίχης, αλλά ο Μακάριος, ο οποίος κλήθηκε να εκφράσει τη γνώμη του, απέρριψε τον όποιο συμβιβασμό, διότι ανέμενε ότι οι Τουρκοκύπριοι θα συμβιβάζονταν ως αποτέλεσμα του οικονομικού αποκλεισμού που τους επέβαλε.
«Τι νέα γενεά τουρκική θα δημιουργηθή εις την Κύπρον, όταν όλα ευρίσκονται εις τα χέρια των Ελλήνων; Πόσον καιρόν θα ανθέξουν; Ημπορεί ν’ ανθέξουν, δεν ημπορώ υπευθύνως να το δηλώσω ότι εις 3-5-10 μήνας οι Τούρκοι θα ζητήσουν παράδοσιν, δεν αποκλείω όμως και αυτού του είδους την κατάληξιν. Το ηθικόν των είναι πολύ χαμηλόν». Ο Μακάριος είπε στην ηγεσία της Ελλάδας πως όταν οι Τουρκοκύπριοι επισκέπτονταν την Τουρκία, δεν τους επιτρεπόταν να επιστρέψουν. «Μέχρι τώρα δεν επιτρέψαμεν εις τους Τούρκους φοιτητάς να επιστρέψουν εις την Κύπρον με το πρόσχημα ότι ευρίσκονται εις την Τουρκίαν και λαμβάνουν στρατιωτικήν εκπαίδευσιν» είπε. Και όπως έγραψε τότε στην έκθεσή του ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Ου Θαντ, «κάθε νέος Τουρκοκύπριος που θα πάει στην Τουρκία να σπουδάσει θα πρέπει να το πάρει απόφαση ότι θα αποχωριστεί την πατρίδα του για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα».
Στις 23 Ιουλίου 1974, όταν μετά το πραξικόπημα η Τουρκία είχε εισβάλει ήδη στην Κύπρο, ο Μακάριος από τη Νέα Υόρκη, όπου βρισκόταν αυτοεξόριστος, έστειλε οδηγίες στον Κληρίδη να συναντήσει τον Ντενκτάς και να του εισηγηθεί την άμεση εφαρμογή της Ζυρίχης. Ο Ντενκτάς, αφού διαβουλεύτηκε με την Τουρκία, του απάντησε ότι δεν μπορούσε να εξετάσει θέμα επιστροφής στη Ζυρίχη, τις συμφωνίες της οποίας «για δέκα χρόνια οι Ελληνοκύπριοι αρνούνταν να εφαρμόσουν (…) με τον ισχυρισμό ότι ήταν ανεφάρμοστες».
Το εύρος ενός ηγέτη το προσδιορίζουν τα αποτελέσματα της πολιτικής του. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος διπλασίασε την Ελλάδα, ο Μακάριος διαίρεσε την Κύπρο. Ωστόσο, αποκαλούνται και οι δύο εθνάρχες. Μέχρι σήμερα η Ιστορία ήταν πολύ επιεικής με τον Μακάριο, όμως σε βάθος χρόνου θα είναι αμείλικτη.
Ο Μακάριος παρέλαβε από τους Άγγλους ένα σύγχρονο για την εποχή του κράτος, το δεύτερο πλουσιότερο στην περιοχή, και παρέδωσε το 40% υπό τουρκική κατοχή, με παράπλευρες απώλειες τον ελληνισμό της Πόλης κι ένα φέσι δισεκατομμυρίων στην Ελλάδα σε εξοπλιστικές δαπάνες από το 1974 μέχρι σήμερα. Όταν πέθανε ο Μακάριος κανένας ξένος ηγέτης δεν προσήλθε στην κηδεία του, όμως σύσσωμος ο πληθυσμός της Κύπρου θρήνησε τον θάνατό του. Στη Λευκωσία, στο προεδρικό μέγαρο, αναρτήθηκε ένα πανό που έγραφε: «Χίλιοι Μακάριοι θα συνεχίσουν τον αγώνα Σου». Τέσσερις και πλέον δεκαετίες από τότε, ο Μακάριος δεν υπάρχει στη συλλογική συνείδηση, όμως οι παρακαταθήκες του έχουν βρικολακιάσει και κάθε νέος ένοικος του μεγάρου πολιτεύεται στη σκιά του.
Δημοσιεύτηκε στο: www.lifo.gr
Μακάριος Δρουσιώτης
03/08/2020