Για το νέο βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη
Επί της ουσίας το νέο πολυσυζητημένο βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη «Κύπρος 1974-1977. Η εισβολή και οι Μεγάλες Δυνάμεις. Η realpolitik των ΗΠΑ και το διπλό παιχνίδι της ΕΣΣΔ» θα το κρίνει η ιστορία, όταν η έρευνα φτάσει στο σημείο, που να μας επιτρέπει σφαιρική θεώρηση των πραγμάτων. Επί του παρόντος μένουμε σε κάποια θέματα αρχής, τα οποία τίθενται, ως αποτέλεσμα των αντιδράσεων που αυτό προκάλεσε.
Η ανακοίνωση της πρεσβείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας είναι η σοβαρότερη σε σχέση με το βιβλίο. Επιχειρεί αυτή να αμφισβητήσει τα ευρήματα και τα συμπεράσματα του συγγραφέα στηριζόμενη στο ίδιο το υλικό του συγγραφέα. Η αμφισβήτηση ιστορικών συμπερασμάτων και ερμηνειών είναι θεμιτή, δεδομένου ότι οι ιστορικές ερμηνείες για τα ίδια γεγονότα είναι δυνατόν να ποικίλλουν. Αυτό που δεν δεχόμαστε, όμως, είναι να χαρακτηρίζεται το βιβλίο «απαράδεκτο πολιτικά», επειδή επιχειρεί να διεισδύσει στα γεγονότα μέσα από ιστορικά τεκμήρια και να προτείνει νέες ερμηνείες, που αντίκεινται σε κρατούσες αντιλήψεις. Η ρωσική πρεσβεία είχε κάθε δικαίωμα να αμφισβητήσει τα συμπεράσματα του συγγραφέα με ανάλογη επιχειρηματολογία και προσκομίζοντας νέο αρχειακό υλικό ή ακόμη στηριζόμενη στο ίδιο το υλικό του συγγραφέα, όχι όμως με χαρακτηρισμούς της μορφής «… αυτό που ξεχωρίζει μέσα από το βιβλίο είναι μόνον το θράσος…». Σε τελευταία ανάλυση τούτο ισοδυναμεί με άρνηση του δικαιώματος λόγου και έκφρασης. Το δικαίωμα αυτό ο άνθρωπος το κατέκτησε μέσα από αγώνες και εκατόμβες θυμάτων και το εξέφρασε με τρόπο εντυπωσιακό ο μεγάλος εκπρόσωπος του Γαλλικού Διαφωτισμού Βολταίρος (1694-1778): « Διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπισθώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες».
Τα κόμματα ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και Συμμαχία Πολιτών με τις ανακοινώσεις τους, με αφορμή την παρέμβαση της Ρωσικής πρεσβείας, επέλεξαν και αυτά την οδό της πολιτικοποίησης του θέματος, με το επιχείρημα ότι ο Μακάριος Δρουσιώτης είναι σύμβουλος του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η στάση αυτή των κομμάτων είναι θλιβερή. Ενώ δήθεν θρηνούν και αντιδρούν για την παραχώρηση εξουσιών και κυριαρχίας στους δανειστές μας (Τρόικα), με τη στάση τους δέχονται μια χώρα (όποια και να είναι αυτή) να έχει λόγο στα εσωτερικά της πατρίδας μας, στην επιλογή των συμβούλων του Προέδρου της Δημοκρατίας και να καθοδηγεί την ιστορική έρευνα. Αυτό ονομάζεται δουλοπρέπεια, αναξιοπρέπεια και επιλεκτική εφαρμογή της δημοκρατίας, την οποία κόπτονται ότι υπηρετούν. Κατ’ αυτό τον τρόπο και παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς τους, με την επιλογή τους να πολιτικοποιήσουν το θέμα, ουσιαστικά αρνούνται το δικαίωμα λόγου και γνώμης σε ένα ερευνητή, απαξιώνουν την ίδια την έρευνα και εμφανίζονται ως κάτοχοι της πλήρους και τέλειας γνώσης. Επιπλέον εμφανίζονται πλήρως αδαείς για το τι εστίν έρευνα και δεν ανέχονται την αντίθετη άποψη. Με τη στάση τους και τις αντιλήψεις τους οδηγούν σε εποχές μεσαιωνικές, όταν η ιστορία γραφόταν από τους αυλικούς ιστοριογράφους, με στόχο την κολακεία του ηγεμόνα. Σε αυτή την ηλικία της ανθρωπότητας θέλουν τα κόμματα να μας οδηγήσουν, παραγράφοντας προκλητικά μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις του ανθρώπινου πνεύματος, όπως δηλώνεται στην προμετωπίδα του κειμένου μας. Πώς, λοιπόν, τα κόμματα υπερασπίζονται το δικαίωμα ενός συμπατριώτη τους να έχει αντίθετη άποψη από τη δική τους; Πάντως ο Βολταίρος, διακόσια πενήντα χρόνια πριν, θα ήταν έτοιμος να δώσει ακόμη και τη ζωή του γι΄αυτό.
Εξίσου σοβαρό με τα πιο πάνω είναι και το γενικότερο θέμα που τίθεται για την αντίληψη περί ιστορίας που έχουν τα κόμματα. Η ιστορία γι΄αυτούς εμφανίζεται ως κάτι το στατικό και αναλλοίωτο. Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η ιστορική γνώση είναι, κατά κύριο λόγο, το αποτέλεσμα έρευνας, η οποία γενικότερα στον ελληνικό χώρο και πολύ περισσότερο στην Κύπρο είναι πλήρως απαξιωμένη και συχνά λοιδωρείται. Με τη συγκεκριμένη στάση τους τα κόμματα, εκτός του ότι διδάσκουν την αναξιοπρέπεια και δουλοπρέπεια στα παιδιά μας και στην κοινωνία, καθόλου δεν ενθαρρύνουν την ιστορική αυτογνωσία η απουσία της οποίας, μαζί με άλλα πολλά, είναι συνένοχη για την επανάληψη των ίδιων λαθών από τον ελληνισμό. Ως αποτέλεσμα αυτού, όποτε γίνει προσπάθεια εμπλουτισμού των σχολικών εγχειριδίων ιστορίας με νέα ιστορική γνώση, προκαλείται λυσσαλέα αντίδραση με το επιχείρημα της απόπειρας παραχάραξης της ιστορίας. Ενώ σε άλλους ερευνητικούς τομείς η πατρίδα μας έχει να επιδείξει ζηλευτά επιτεύγματα και προόδους, για την ιστορία μας επιλέγουμε ως κοινωνία την οπισθοδρόμηση.
Όποιος θέλει να αμφισβητήσει τα αποτελέσματα μιας ερευνητικής προσπάθειας, με απώτερο στόχο την πρόοδο, απαντά με δική του έρευνα, ώστε η επιστήμη και πάει μπροστά. Τέτοιες προσπάθειες είναι και επιβαλλόμενες και καλοδεχούμενες, όποια και να είναι τα αποτελέσματά τους. Μόνον έτσι προοδεύουν οι κοινωνίες και σπάζουν τα δεσμά της ημιμάθειας και του σκοταδισμού.
Του Δρος Γιώργου Διονυσίου
Εφημερίδα «ΠΟΛΙΤΗΣ»
14/09/2014