• Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Η πρώτη διχοτόμηση | Κριτικές

Ας μιλήσουμε σοβαρά

Ανάμενα ότι αρκετοί θα μπερδεύονταν. Ότι δε θα αντιλαμβάνονταν το πνεύμα του άρθρου μου («Στην πυρά») αναφορικά με το νέο βιβλίο του Μ. Δρουσιώτη («Η πρώτη διχοτόμηση»).  Δεν ανάμενα, ωστόσο, να παραπλανηθούν τόσοι πολλοί και σοβαροί αναγνώστες. Κάποιοι, ικανοποιημένοι απ΄όσα έγραψα, έσπευσαν να με συγχαρούν που «τον έβαλα στη θέση του». Άλλοι, αντίθετα, επικοινώνησαν με το συγγραφέα για να του εκφράσουν τη συμπαράστασή τους και την οργή τους για μένα. Μερικοί ρωτούσαν φιλικά μου πρόσωπα αν «πουλήθηκα» στον «εχθρό».   Ορισμένοι άλλοι, που υποψιάστηκαν τι εννοούσα, με ρώτησαν γιατί ασχολούμαι με μια «χαμένη υπόθεση» (εννοώντας το συγγραφέα). Υπήρξαν και κάποιοι που με συμβούλευσαν να επιλέξω «επιτέλους» με ποιους είμαι.

 

Δεν είμαι βέβαιος για ποιους πρέπει να λυπούμαι περισσότερο. Ή αν έχει νόημα να αρθρογραφεί κανείς και μάλιστα στα σοβαρά στην ψυχροπολεμική περίοδο που ζούμε. 

 

Εν πάση περιπτώσει, το βιβλίο με τίτλο «Η πρώτη διχοτόμηση» αποτελεί το πιο ώριμο συγγραφικό έργο του Μακάριου Δρουσιώτη.   Δεν πρόκειται για μια νέα ιστορία αλλά για μια διαφορετική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων της περιόδου 1963-64.

 

Είναι ίσως το πρώτο βιβλίο που οργανώνει τις διαθέσιμες πηγές της    ιστορικής περιόδου γύρω από ορισμένες υποθέσεις. Ο συγγραφέας αξιοποιεί αδημοσιεύτο πρωτογενές υλικό για να ελέγξει τις υποθέσεις του. Ανεξάρτητα από τις όποιες ενστάσεις ως προς τις εμφάσεις ή τα συμπεράσματά του, το βιβλίο συνιστά ένα επιστημονικό σύγγραμμα. 

 

Είναι γραμμένο με το γνωστό δημοσιογραφικό ύφος του Δρουσιώτη. Μεταξύ ρεπορτάζ και μυθιστορήματος. Με λιγότερο πάθος αλλά την ίδια ένταση σε σχέση με τα προηγούμενα βιβλία του. Διαβάζεται εύκολα, γρήγορα, συναρπαστικά.

 

Ο συγγραφέας δεν είναι και δεν ισχυρίζεται ότι είναι αμερόληπτος. Προσπαθεί να κρατήσει τις αναγκαίες ισορροπίες, τις αναγκαίες αποστάσεις. Είναι προφανές, ωστόσο, ότι επικεντρώνεται κριτικά στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Αφενός, διότι οι διαθέσιμες πηγές αφορούν περισσότερο τις ενέργειες των ελληνοκύπριων πολιτικών ηγετών. Αφετέρου, διότι θέλει να αμφισβητήσει και να απομυθοποιήσει την κυρίαρχη ιστορική αυτογνωσία των Ελληνοκυπρίων. 

 

Μετά την τραγωδία του 1974, οι Ελληνοκύπριοι δειλά-δειλά αρχίσαμε να παραδεχόμαστε ότι «διαπράξαμε κι εμείς λάθη». Ουδέποτε όμως τολμήσαμε να μιλήσουμε σοβαρά γι αυτά. Να προβληματιστούμε πολιτικά γύρω από αυτά. Να αναζητήσουμε ειλικρινείς απαντήσεις για το πώς φτάσαμε στην τραγωδία του 1974. Βρίσκουμε πάντοτε μια λογικοφανή δικαιολογία για να το αποφύγουμε: «ο τόπος περνά δύσκολες ώρες», «δεν είναι ακόμη καιρός» κτλ.

 

Ο Δρουσιώτης παραθέτει μια αναλυτική εκδοχή αυτών των λαθών.   Ενδεχομένως να είναι κάπως ισοπεδωτικός έναντι κάποιων προσώπων. Ίσως να είναι κάπως άδικος για πρόσωπα που δεν πρόλαβαν να δώσουν τη δική τους εκδοχή. Προσωπικά με προβληματίζει η δαιμονοποίηση του Γιωρκάτζη, όχι μόνον από το Δρουσιώτη, για τα συμβάντα της δεκαετίας του ΄60.   Μια ολόκληρη κοινωνία δεν μπορεί να ξοφλά με τις ενδεχόμενες ευθύνες της φορτώνοντάς τις στο Γιωρκάτζη. Κι αργότερα, για τα συμβάντα του 1974, στον «αποδιοπομπαίο τράγο» Ν. Σαμψών. 

 

Το βιβλίο αυτό θα διαβαστεί από πολλούς και θα διαβάζεται από νέους αναγνώστες για πολύ καιρό ακόμη. Προσωπικά έχω επιφυλάξεις και ερωτήματα για ορισμένες από τις επιμέρους ερμηνείες στις οποίες προβαίνει ο συγγραφέας.   Ανεξαρτήτως ενστάσεων το βιβλίο δικαιούται μια θέση στα κλασικά συγγράμματα της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας ως βιβλίο αναφοράς.

 

Οι αναγνώστες, κυρίως όσοι έσπευσαν να με συγχαρούν για το προηγούμενο τριτοκοσμικό άρθρο μου, θα πρέπει να μάθουν να αντιμετωπίζουν όλα αυτά τα συγγράμματα ως εκδοχές ιστορίας. Ακόμη και για το πιο μονοσήμαντο περιστατικό δεν υπάρχει μία ιστορία. Κι η πλέον αντικειμενική ιστορική καταγραφή εμπεριέχει πολλές περιοχές μεροληψίας. Στη σύγχρονη εποχή δεν μπορεί να αναζητείται μία εθνική ή κρατική ιστοριογραφία. Οι ιστορίες είναι πολλές. Κι όσο πιο μεγάλο το πλήθος τους, τόσο μεγαλύτερος ο βαθμός της πολιτικής ωρίμανσης μιας κοινωνίας. 

 

Ο τόπος μας έχει ανάγκη από επιστημονικά βιβλία γύρω από πτυχές της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας. Το νέο βιβλίο του Μ. Δρουσιώτη συμβάλλει στην κάλυψη ενός κενού. Ερμηνεύει την περίοδο 1963-64 από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία. Η πρόκληση ανήκει σε όσους επιστήμονες και μη θέλουν και μπορούν να συνεισφέρουν από τη δική τους οπτική γωνία.

 

Την προσεχή Τρίτη, 24 Απριλίου και ώρα 8:00 μ.μ. στη Δημοσιογραφική Εστία στη Λευκωσία, γίνεται παρουσίαση του βιβλίου από τους Θ.Πάγκαλο και Μ. Ατταλίδη.   Η παρουσία παραγόντων της δημόσιας ζωής, που μπορεί και να διαφωνούν κάθετα με το συγγραφέα, θα κρίνει την ποιότητα και το βάθος της δημοκρατίας μας. 

 

Στους αναγνώστες των δύο άρθρων μου, αντί να ενθουσιάζονται ή να εξεγείρονται, εισηγούμαι κάτι πραγματικά ωφέλιμο: να διαβάσουν το νέο βιβλίο.


Βασίλης Πρωτοπαπάς

Φιλελεύθερος

22/05/2005